Κατέβαιναν με το αυτοκίνητο τον στενό φιδωτό δρόμο για το ορεινό χωριό, προς τη δυτική ακτή του νησιού. Βρακάδες το όνομά του, ίσως παρετυμολογία από το "Βραχάδες", καθώς η περιοχή είναι κατεξοχήν βραχώδης. Όμορφο το χωριό, με ακόμη πιο ωραίους τους κατοίκους του. Όλη η Ικαρία βέβαια φημίζεται για τη φιλοξενία των κατοίκων της, όμως στους Βρακάδες οι χωριανοί ξεχωρίζουν στην κατεξοχήν ελληνική αρετή. Παλαιότερα, αν κάποιος ξένος συνέβαινε να βρεθεί στο χωριό, στο καφενείο της πλατείας, μάλωνα, λέει, μεταξύ τους οι χωριανοί ποιος θα τον πάρει στο σπίτι του να τον φιλοξενήσει. Καλόγνωμοι άνθρωποι, πλατιές καρδιές, αγαπημένοι μεταξύ τους στην όμορφη ορεινή παροικία τους, με την πλούσια παράδοση -εξ ου το αξιόλογο λαογραφικό μουσείο που κοσμεί το χωριό τους.
Από εκεί λοιπόν κατέβαιναν, για να φθάσουν κάτω στη θάλασσα, εκεί που το κύμα σπάζει πάνω στον βράχο, τη θεόρατη αυτή πέτρα, πάνω στην οποία εδώ και 250 περίπου χρόνια βρίσκεται χτισμένο το μοναστηράκι της Παναγίας της Μαυριάννου. Όψιμη άνοιξη, ο ήλιος αρχίζει ήδη να γέρνει προς τη δύση του. Η λιτή ομορφιά του τοπίου, με τα ανθισμένα αγριολούλουδα που στόλιζαν την πλάση και την έκαναν να ευωδιάζει από το μεθυστικό τους άρωμα, αμιλλάται με τη μεγαλοπρέπεια του ορίζοντα, το απέραντο γλαυκό του ουρανού και του πόντου, που ενώνονταν κάπου στο αχανές, δεν μπορούσες να πεις πού. Κι ήταν η θάλασσα, λες, σμαραγδένια μαζί και μαλαματένια, καθώς έπεφταν οι ακτίνες του ήλιου πάνω της και τη χρύσιζαν και αντανακλούσαν οι κυματισμοί της φως και δόξα. Αληθινά, "πλήρης ὁ οὐρανὀς καί ἡ γῆ -και η θάλασσα- της δόξης του Κυρίου"!
Έφθασαν μέχρι εκεί που πήγαινε ο δρόμος. Κι άλλα ένα-δυο αυτοκίνητα σταθμευμένα εκεί. Έπειτα άρχιζε μικρό μονοπάτι, που περνούσε μέσα κι από ένα κτήμα λίγα μέτρα πάνω από τη θάλασσα και οδηγούσε στον αυλόγυρο του μοναστηριού. Μια μικρή αλυσίδα ανθρώπων σχηματίσθηκε στο μονοπάτι, με τον παπά μπροστά κι έπειτα δυο ψάλτες, έναν καντηλανάφτη και τέσσερις - πέντε γυναίκες του χωριού. Αυτοί θα αποτελούσαν όλο κι όλο το εκκλησίασμα της αγρυπνίας που θα τελούνταν τη βραδιά εκείνη στο έρημο εκείνο μοναστηράκι. Είχε ήδη σουρουπώσει. Οι γυναίκες κρατούσαν φαναράκια στα χέρια, καθώς ηλεκτρικό δεν διέθετε το μοναστήρι. Παπαδιαμαντικές σκηνές...
Μπήκαν στο καθολικό, άναψαν τα καντήλια του ξυλόγλυπτου τέμπλου με τη χρονολογική ένδειξη 1820, τα κεριά του πολυελαίου και σε λίγο η αγρυπνία άρχισε. Αργά- αργά. Ποιος να τους βιάζει; Εξάλλου στην Ικαρία βρισκόμαστε, το νησί που τα ρολόγια δεν λειτουργούν και οι κάτοικοι γι' αυτό λένε ζουν πολλά χρόνια. Ήταν η αγρυπνία εκείνη βάλσαμο ψυχής. Άγγελοι και άνθρωποι σε κοινή χοροστασία και επιπλέον, σαν ισοκράτημα, η βοή του ανέμου που φυσούσε ισχυρός απ' το πέλαγος κι έκανε τους τοίχους της εκκλησίας να βγάζουν βουητό, ενώ ο ρόχθος του κύματος βογκούσε πάνω στον βράχο, επί του οποίου στεκόταν το πέτρινο μοναστηράκι.
συνεχίζεται....
(Περιοδικό ο Σωτήρ, τεύχος 2292)
Καλημέρα σας! Καλή και ευλογημένη εβδομάδα!
Ας είναι δημιουργικός κι ευφρόσυνος ο μήνας Οκτώβριος!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου