Πλησίαζε η Κυριακή της Ορθοδοξίας. Η Δήμητρα, αφού είχε πάρει προ ημερών την ευχή του ιερέα, ετοιμάσθηκε ψυχικά και σωματικά για τη Θεία Κοινωνία. Το πρωί εκείνης της Κυριακής μισοκοιμισμένος ο Αλέξης φωνάζει τη Δήμητρα και της λέει:
- Πήγαινε με το αγροτικό μας αμάξι στο μεγαλοχώρι, όπου φέρνουν στο περίπτερο τις εφημερίδες. Να περιμένεις εκεί ώσπου να έρθουν οι εφημερίδες. Πάρε και τσιγάρα.
Αυτό κι έγινε. Η Δήμητρα με πολύ πρόχειρα ρούχα μπήκε στο αυτοκίνητο και έφυγε για το μεγαλοχώρι. Το περίπτερο όμως ήταν ακόμη κλειστό. Στάθμευσε προσεκτικά κάπου και μπήκε βιαστικά στην εκκλησία. Λειτουργούσε ο ιερέας, στον οποίο είχε εξομολογηθεί προ ημερών. Άναψε κεριά, προσκύνησε στις εικόνες και προχώρησε σε μια θέση. Όταν ήρθε η ώρα της Θείας Μεταλήψεως, κοινώνησε ευλαβικά και κίνησε να φύγει βιαστική. Δάκρυα κυλούσαν από τα μάτια της. Κάποια όμως κυρία τη σταμάτησε και της είπε να έρχεται καλύτερα ντυμένη στην εκκλησία.
- Το ξέρω, το ξέρω, σε ευχαριστώ πολύ, απάντησε ταπεινά.
- Μήπως μπορούμε να βοηθήσουμε σε κάτι; ρώτησε διακριτικά κάποια άλλη.
- Σας ευχαριστώ, σας ευχαριστώ πολύ! Με συγκινεί η αγάπη σας. Τώρα όμως πρέπει να φύγω. Βιάζομαι!
Στον δρόμο μονολογούσε συγκινημένη: "Θεέ μου, Σε ευχαριστώ που κοινώνησα. Μακάρι κάποτε κι ο Αλέξης.... Πιστεύω ότι θα τα φέρει κάποτε η αγάπη και η σοφία Σου έτσι τα πράγματα και θα καταλάβει το συμφέρον του. Εγώ τώρα συνέχεια υπομονή, αγάπη και προσευχή! Βοήθησέ με, Χριστέ μου παντοδύναμε. Συγχώρησέ με που ήμουν απεριποίητη εξωτερικά. Το ελπίζω ότι θα έλθει η ώρα του. Τώρα έγινε μόνο η αρχή. Πιστεύω ότι θα υπάρχει και συνέχεια". Όταν επέστρεψε στο σπίτι, κάπως απότομα την υποδέχθηκε ο άντρας της:
- Γιατί άργησες τόσο πολύ;
- Έχεις δίκιο, Αλέξη μου. Εκεί που καθόμουν στο αμάξι μας, έβλεπα νεαρά ζευγάρια να μπαίνουν στην εκκλησία και δάκρυσα. Πότε θα αποκτήσουμε κι εμείς κανένα παιδί και θα το οδηγήσουμε στην εκκλησία, έλεγα από μέσα μου. Και επειδή άρχισα να κρυώνω μέσα στο αμάξι, μπήκα στην εκκλησία, για να ζεσταθώ.
Και τι να δω! Γεμάτη η εκκλησία από άνδρες και γυναίκες κάθε ηλικίας. Άναψα κεριά, ένα για σένα, για να έχεις υγεία που κουράζεσαι πολύ, και ένα για μένα. Άναψα και δυο κεριά για τους μακαρίτες τους γονείς σου και τους γονείς μου και στάθηκα να απολαύσω έστω για λίγο τη Λατρεία μας. Ένιωθα σαν να μη ζούσα εκείνες τις στιγμές στη γη. Αφαιρέθηκα από το ωραίο ψάλσιμο. Γι' αυτό άργησα.
- Είσαι μια γάτα εσύ!
- Σε αγαπώ, Αλέξη μου, και περιμένω τη μέρα που θα πάμε μαζί στην εκκλησία έχοντας στην αγκαλιά μας τα παιδιά μας.
- Σταμάτα τώρα. Ετοίμασε τον καφέ, όπως ξέρεις ότι μου αρέσει και τα ξαναλέμε.
Κάτι ήταν κι αυτό. Δεν θύμωσε. Κι η Δήμητρα πήρε κουράγιο να περιμένει το θαύμα και συνέχισε να προσεύχεται.
(Γεωργίου Γ. Ψαλτάκη, ... Κι έγινε το θαύμα, Θεέ μου, Σε ευχαριστώ που κοινώνησα!, Αθήνα 2021, Εκδόσεις Σωτήρ).
Καλημέρα σας! Καλή και ευλογημένη εβδομάδα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου