- Λίγο αλλαγμένη τη βλέπω τελευταία τη Ρένα είπε στη γυναίκα του πίνοντας τον καφέ τους ένα απόγευμα ο κύριος Γεράσιμος. Ή μήπως κάνω λάθος;
- Τελειώνει σε λίγο το Πανεπιστήμιο και σκέφτεται ασφαλώς τι θα κάνει έπειτα.
- Αυτό το είπαμε. Θα πάει στην Αμερική, στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. Με τόσες ικανότητες δεν θα την αφήσουμε. Είναι η δόξα του σπιτιού μας. Ό, τι θελήσει, θα της το δώσουμε! Αλίμονο!
- Μου κάνει εντύπωση όμως γιατί φέτος δεν έκανε καμιά ετοιμασία για το τακτικό πάρτι της για τα γενέθλιά της.
- Ωρίμασε, φαίνεται.
- Δεν νομίζω. Κάτι άλλο θα συμβαίνει.
- Σαν τι δηλαδή;
- Τη ρώτησα απ' έξω απ' έξω τις προάλλες και ξέρεις τι μου απάντησε;
- Τι: Θα' θελα να τ' ακούσω.
- "Νομίζεις θέλω να μαζευτούν στο σπίτι μας ο ένας και η άλλη και να λένε τις σαχλαμάρες τους;"
- Έτσι είπε;
- Όπως τ' ακούς.
- Από μια άποψη ίσως έχει δίκιο. Μεγάλωσε. Σοβαρεύτηκε. Σκέφτεται το πτυχίο της, το μέλλον της. Εγώ τη δικαιολογώ.
- Είναι κι αυτό, ίσως όμως είναι και κάτι άλλο.
- Σαν τι άλλο δηλαδή;
- Κάποια κουβέντα που μου' πε προχθές, με πονήρεψε.
- Σε πονήρεψε; Η Ρένα;
- Μάλιστα.
- Και δεν μιλάς; Το κρατάς μέσα σου και μου το κρύβεις;
- Μου' πε να μη σου το πω, αλλά εμείς δέσαμε μαζί τη ζωή μας χρόνια τώρα και είμαστε ένα και δεν πρέπει να έχουμε μυστικά ο ένας από τον άλλο.
- Λέγε λοιπόν, τι σου είπε;
- Μαμά, με βαπτίσατε όταν ήμουν μωρό;
- Έκανε ένα τέτοιο ερώτημα η Ρένα μας;
- Ακριβώς όπως σου το είπα.
- Στα είκοσι χρόνια της!
- Μάλιστα!
- Κάπου θα το άκουσε αυτό. Η βιβλιοθήκη μας δεν έχει κανένα θρησκευτικό βιβλίο.
- Εγώ υποπτεύομαι τους νέους ενοίκους που εγκαταστάθηκαν στον τέταρτο όροφο της πολυκατοικίας μας. Έχουν πέντε παιδιά, ανάμεσά τους και μια φοιτήτρια στην ίδια περίπου ηλικία με τη δική μας. Συμπαθητική, με πλατύ μέτωπο, ελκυστική, με καθαρά μάτια. Φαίνεται συναντήθηκαν μια-δυο φορές στο ασανσέρ, αντάλλαξαν δυο-τρεις κουβέντες κι αυτό ήταν. Η νέα ένοικος επηρέασε τη δική μας. Την κάλεσε, μου είπε η Ρένα και σε μια φοιτητική εκδήλωση με ομιλία και γιορτή και η Ρένα μας έκανε κάποια στροφή προς τη θρησκεία.
- Λες;
- Έτσι νομίζω. Ακούω όμως κλειδί στην πόρτα. Έρχεται. Για να δούμε.
Χαρούμενη η Ρένα μπήκε στο σαλόνι και φίλησε όπως πάντα τους γονείς της.
- Καλώς την! Καλώς την! Από πού μας έρχεσαι;
- Από το Πανεπιστήμιο. Έχουμε μια ειδική Εξεταστική. Να τακτοποιηθώ λίγο κι έρχομαι αμέσως.
Όταν ήρθε, άρχισε ο πατέρας:
- Ρένα μου, μού' πε η μάνα σου κάτι που με στενοχώρησε πολύ.
- Τι μπαμπά;
- Ρώτησες αν σε βαπτίσαμε όταν ήσουν μωρό;
- Το ρώτησα πράγματι.
- Ποιος σου το σφύριξε στο μυαλό σου αυτό, παιδάκι μου;
- Κανείς. Έρευνα κάνω, σαν επιστήμων που γίνομαι.
- Έρευνα σ' ένα ψέμα;
- Ψέμα; Ποιο είναι το ψέμα, μπαμπά;
- Κόρη μου, μην ξεχνάς ότι γεννήθηκες σ' ένα σπίτι αθέων. Εγώ κι η μάνα σου είμαστε άθεοι, δεν πιστεύουμε πουθενά. Πώς σου κατέβηκε στα καλά καθούμενα να μας ρωτάς αν είσαι βαπτισμένη; Πρόσεξε καλά μη μας ντροπιάσεις! Θα σε ξεγράψουμε από κόρη μας. Και μην περιμένεις καμιά βοήθεια για το μέλλον σου.
- Έρευνα κάνω, πατέρα. Επιστημονική έρευνα αναζητώντας την αλήθεια. Απαγορεύεται η έρευνα; Θα σας ντρόπιαζα αν έκανα πράξεις ντροπής και ατιμίας. Οι άνθρωποι που τους έχω γνωρίσει τώρα τελευταία είναι πολύ αξιοπρεπείς, ευυπόληπτοι, επιστήμονες σπουδαίοι, με προσφορά στην κοινωνία μεγάλη.
- Πάψε, δεν τα ξέρεις καλά τα πράγματα.
- Καλά, πατέρα. Έρευνα, είπαμε, κάνω. Ελευθερία δεν έχουμε;
- Να διακόψεις την έρευνα.
- Σταματήστε αυτή τη συζήτηση, είπε η μητέρα και ελάτε να φάμε. Τα ξαναλέτε άλλοτε.
Η Ρένα ύστερα από μέρες σε μια από τις φοιτητικές συναντήσεις παρακάλεσε κάποια υπεύθυνη να της συστήσει έναν ιερέα, για να συζητήσει μαζί του.
Αυτό κι έγινε. Του είπε ότι ήταν αβάπτιστη κι ότι ήθελε να βαπτιστεί παρά την άρνηση των γονέων της, που ήταν άθεοι. Εκείνος την έστειλε με σύστασή του έπειτα από τηλεφώνημά του σ' έναν ηλικιωμένο, σεβάσμιο ιερέα, ο οποίος ανέλαβε την κατήχησή της και τη βάπτισε ένα βράδυ στον Ναό του με τη βοήθεια της ηλικιωμένης νεωκόρισσας. Ανάδοχοι ήταν δυο ευσεβείς επίτροποι του Ναού. Ήταν μια συγκινητική τελετή.
Η Ρένα μετά τη βάπτιση κοινώνησε για πρώτη φορά στη ζωή της κι ένιωθε ευτυχισμένη. Οι γονείς της δεν έμαθαν τίποτε. Τελείωσε το Πανεπιστήμιο με "Άριστα" και πήρε υποτροφία για σπουδές στο Μόναχο. Όταν την αποχαιρετούσε η μητέρα της στο αεροδρόμιο, της είπε με λυγμούς:
- Μαμά, πες στον μπαμπά, βαπτίστηκα! Θα προσεύχομαι πάντα να σας φωτίσει ο Θεός κι εσάς! Είμαι ευτυχισμένη! Λυπάμαι μόνο που φεύγω μακριά σας! Νοερά θα είμαι συνεχώς μαζί σας.
Γεωργίου Γ. Ψαλτάκη, ... Κι έγινε το θαύμα, Μαμά, βαπτίστηκα!, Αθήνα 2021, Εκδόσεις Σωτήρ).
Καλημέρα σας!
Καλή και ευλογημένη εβδομάδα επιστροφής στις σχολικές αίθουσες!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου