Ήρθες μια μέρα και "συνωμοτικά" μου' πες:
-Πρέπει να σου πω! Το βλέμμα σου ήταν αλλιώτικο....
Ξέκλεψα λίγο χρόνο και ήρθα.
- Λέγε! Τι σ' έπιασε πάλι;
- Αυτό θέλω! Να τα πω σε κάποιον... Λοιπόν, άκου:
Γύρισα από το "Μεταξά" στον Πειραιά. Με τις απαντήσεις της βιοψίας στα χέρια μου. Είχε..... τελικά. Και μάλιστα προχωρημένο... Τόσο που οι προβλέψεις του γιατρού δεν δίνανε παραπάνω από κάποιους μήνες.
"Δεν θ' αντέξει σε σχήματα. Είναι πολύ ταλαιπωρημένος στα εβδομήντα τέσσερά του, για να τα καταφέρει... Καλύτερα να τον έχετε στο σπίτι. Να φύγει ενώ βρίσκεται δίπλα στους δικούς του ανθρώπους"....
Μαυρισμένος στις σκέψεις μου μπήκα στο αυτοκίνητο και ξεκίνησα. Στο μυαλό μου καρφωμένη η τελευταία κουβέντα του γιατρού:
"Όχι, θα της το πεις! Σιγά-σιγά, αλλά θα της το πεις... Σήμερα: "δεν πάμε πολύ καλά"....· αύριο: "τα πράγματα μάλλον χειροτερεύουν"....Θα της το πεις.... Κι ας είναι τριών μηνών έγκυος.... Δεν θα σου το συγχωρήσει ποτέ η γυναίκα σου, αν της κρύψεις πως πεθαίνει ο πατέρας της!"
Ένιωσα εγκλωβισμένος... Η σύζυγός μου βρίσκεται στον τρίτο μήνα. Ο πατέρας της πεθαίνει. Κι εγώ να πρέπει να διαχειριστώ όλη αυτή την πρωτόγνωρη κατάσταση... Γύρισα σπίτι. Δεν είπα τίποτα. Μ' ένα χαμόγελο μέχρι τ' αυτιά, σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Μέχρι να δω τι θα κάνω. Ποιος θα μου πει τι να κάνω;
Και είπα να πάω "επάνω"... Στον Γέροντα... στο Μοναστήρι... πάνω στο βουνό. "Αύριο, που είναι και Παρασκευή. Δεν έχουμε και σχολεία την επόμενη. Στην αγρυπνία".... Της το' πα πως θα πάω. Νήστεψα. Και αφού τους κοίμισα όλους, μπήκα στο αυτοκίνητο και έφυγα. Μόνος. Οι σκέψεις μου κι εγώ.
- "Να μπορούσα να του μιλήσω! Μόνο για λίγο.... Δυο κουβέντες να του πω. Τ' όνομά του.... να κάνει προσευχή. και να μου πει πώς να της το πω"... Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα! Σε κάθε αγρυπνία γίνεται χαμός. Έτσι ήταν κι απόψε.
Ο κόσμος ατελείωτος. Φώτα σβηστά. Μόνο τα καντήλια. Σαν να'σαι στο Αγιονόρος. μόνο οι μαύρες φιγούρες τους να κυκλοφορούν μέσα στο μισοσκόταδο. Τους χάζευα να περνούν από μπροστά μου, με τα ράσα ν' ακουμπούν στο έδαφος και να σβήνουν γρήγορα. Σαν σκιές.... Συντονισμένες απόλυτα με τον τόπο και με τις στιγμές. Ποτέ δεν βγαίνει ο Γέροντας τέτοιες ώρες. Δεν εμφανίζεται. Κάθομαι σ' ένα στασίδι. Κουράστηκα. Ούτε προσευχή μπορώ να κάνω. Το κομποσκοίνι ανενεργό παίζει στα δάκτυλά μου. "Να μπορούσα να του μιλήσω!", επιμένει ανόητα το μυαλουδάκι μου...Αλλά με πόθο.
Σαν να είσαι πιτσιρίκος ξανά και να είσαι σίγουρος πως το άλυτο πρόβλημά σου μονάχα ο πατέρας μπορεί να σου το λύσει. Κανένας άλλος. Μονάχα ο πατέρας σου. Κατέβασα τα μάτια και κοίταξα κάτω. Σκοτάδι. Χάθηκα... Ξαφνικά, ένα χέρι ακουμπάει απαλά στον ώμο μου. Σηκώνω το βλέμμα μου. Ο Γέροντας....
- Θέλεις να μου πεις κάτι; Τον κοιτάω. Με κοιτάει κι εκείνος. Μες στα μάτια. Κοκάλωσα.
Ούτε που σηκώθηκα όρθιος. Άρπαξα το χέρι του και το φίλησα. Του είπα. Τις δυο κουβέντες.
- Θα τον βάλουμε, παιδί μου, στην προσευχή μας. Ό,τι θέλει ο καλός Θεός! Πώς το είπες το όνομά του; Μου ψιθύρισε. Κι έφυγε. κι ο παππούς το ίδιο. Σε δυο μήνες, παραμονή πρωτοχρονιάς. Κοινωνημένος κι εξομολογημένος. Μ' αυτή τη σειρά.... Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν.
(Σταύρου Β. Γουναρίδη, Όταν ψιθυρίζει ο Θεός, Θέλεις να μου πεις κάτι;, Αθήνα 2019, Εκδόσεις Έαρ).
Καλημέρα σας! Καλή και ευλογημένη εβδομάδα!
Εύχομαι σε όλους τους ανθρώπους ένα ευφρόσυνο και ευλογημένο 2022!