![]() |
Σα να γλυκαίνεται η ψυχή μας, όταν ασχολούμαστε με το κουτσομπολιό και την κατάκριση. Ο ιερός Χρυσόστομος επισημαίνει και κάτι άλλο επίσης αξιοπρόσεκτο. Λέει ότι το νόσημα της κατακρίσεως απ’ όλους πιο πολύ λυμαίνεται τους χριστιανούς.
Διότι προσέχουμε να μην πέσουμε σε άλλα αμαρτήματα που τα θεωρούμε βαρύτερα, δηλαδή προσέχουμε να μην κλέψουμε, να μη σκοτώσουμε, να μην αδικήσουμε τον συνάνθρωπό μας, να μη χωρίσουμε ανδρόγυνα, να μη γλιστρήσουμε σε ηθικά παραπτώματα, αλλά την κατάκριση καθόλου δεν την προσέχουμε.
Και όμως· από την κατάκριση παθαίνουμε την ίδια και μεγαλύτερη ζημιά από τη ζημιά που θα παθαίναμε, αν πέφταμε στα αμαρτήματα που προαναφέραμε.
Εδώ θα κατατοπισθούμε πληρέστερα για τη μεγάλη φθορά που
προξενεί στην ψυχή μας το πάθος της κατακρίσεως.
Θα εξηγήσουμε με λόγια απλά πρώτον τι είναι η κατάκριση, δεύτερον ποιες είναι οι αιτίες της κατακρίσεως, τρίτον πώς εκδηλώνεται το πάθος της κατακρίσεως, τέταρτον πόσο βαρύ αμάρτημα είναι η κατάκριση και πέμπτον ποιους πρακτικούς τρόπους προτείνουν οι άγιοι Πατέρες, για να απαλλαγούμε από το πάθος της κατακρίσεως.
Θα εξηγήσουμε με λόγια απλά πρώτον τι είναι η κατάκριση, δεύτερον ποιες είναι οι αιτίες της κατακρίσεως, τρίτον πώς εκδηλώνεται το πάθος της κατακρίσεως, τέταρτον πόσο βαρύ αμάρτημα είναι η κατάκριση και πέμπτον ποιους πρακτικούς τρόπους προτείνουν οι άγιοι Πατέρες, για να απαλλαγούμε από το πάθος της κατακρίσεως.
1. Τι είναι η κρίση,
η καταλαλιά, η κατάκριση και η εξουδένωση; Κατά τους πατέρες της εκκλησίας
άλλο πράγμα είναι η κρίση, άλλο η καταλαλιά, άλλο η κατάκριση και άλλο η
εξουδένωση. Κρίση είναι η ικανότητα του λογικού ανθρώπου να παρατηρεί, να
κρίνει, να ερμηνεύει τα γεγονότα, να συλλογίζεται, να εμβαθύνει, να εκφέρει
γνώμη για την ορθότητα των ενεργειών του ή την ορθότητα των ενεργειών των
συνανθρώπων του. Η κρίση είναι δώρο του Θεού στον άνθρωπο. Τα άλογα ζώα δεν
έχουν την ικανότητα να κρίνουν.
Όπως όλοι γνωρίζουμε, στην εποχή μας τα πάντα κριτικάρονται.
Η καλή κριτική δεν είναι αμαρτία. Η εποικοδομητική κριτική επιβάλλεται να
ασκείται είτε στον εαυτό μας ως αυτοκριτική, ως αυτοέλεγχος, ως αυτοεξέταση,
είτε σε συλλογικές προσπάθειες ως απολογισμός, για να εντοπίζουμε πού
υστερήσαμε, να διορθώνουμε την πορεία πλεύσεως και να παίρνουμε αποφάσεις για
το μέλλον.
Αλλά συνήθως οι άνθρωποι δεν σταματούν στην καλή κριτική.
Προχωρούν στην καταλαλιά, που είναι το πρώτο σκαλοπάτι της κατακρίσεως· φθάνουν
στην κατάκριση, που είναι το δεύτερο σκαλοπάτι, και καταλήγουν στην εξουδένωση
των συνανθρώπων τους, που είναι το τρίτο και τελευταίο σκαλοπάτι της
κατακρίσεως.
Καταλαλιά είναι η κακιά συνήθεια που έχουμε να σχολιάζουμε
δυσμενώς κάποιες ενέργειες των συνανθρώπων μας, το κοινώς λεγόμενο
«κουτσομπολιό». Λόγου χάριν λέμε: Ο τάδε είπε ψέματα, ο δείνα έκλεψε, ο τρίτος
θύμωσε, ο τέταρτος διολίσθησε σε ηθικό παράπτωμα και τα όμοια.
Κατάκριση είναι η γενίκευση της καταλαλιάς με σκοπό να
διαβάλουμε τον συνάνθρωπό μας, να τον υποτιμήσουμε, να μειώσουμε το κύρος του,
να καταρρακώσουμε την προσωπικότητά του. Λόγου χάριν λέμε: Ό ένας είναι ψεύτης,
ο άλλος κλέφτης, ο τρίτος οργίλος, ο τέταρτος ανήθικος. Δεν επικρίνουμε απλώς
τις πράξεις των συνανθρώπων μας, αλλά κατακρίνουμε τους ίδιους. Τους αποκαλούμε
ψεύτες, κλέφτες, οργίλους, ανήθικους.
Αλλά δεν είναι το ίδιο να πούμε ότι ο τάδε θύμωσε από το να
πούμε ότι είναι οργίλος! Δεν είναι το ίδιο να πούμε ότι ο τάδε έκλεψε ένα
τσαμπί σταφύλι από το να πούμε ότι είναι κλέφτης! Αν πούμε ότι θύμωσε, ότι
έκλεψε, επισημαίνουμε μια λανθασμένη ενέργειά του που συνέβη σε μια στιγμή
αδυναμίας. Ενώ αν πούμε ότι είναι οργίλος, ότι είναι κλέφτης, κατακρίνουμε
ολόκληρη τη ζωή του, τον στιγματίζουμε, του βάζουμε ετικέτα!
Τέλος, η εξουδένωση είναι ακόμη χειρότερη μορφή κατακρίσεως.
Δεν βρίσκουμε τίποτε θετικό στον χαρακτήρα του αδελφού μας. Λέμε τα χειρότερα
που θα μπορούσαμε να πούμε γι’ αυτόν. Το στόμα μας στάζει χολή, η γλώσσα μας
δηλητήριο. Όλα αυτά σημαίνουν ότι δεν υπάρχουν φιλάδελφα αισθήματα στην καρδιά
μας, αλλά υπάρχει μίσος, εμπάθεια, εχθρότητα και κακία.
2. Ποιες είναι οι
κυριότερες αιτίες της κατακρίσεως; Κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας τρεις
είναι οι κυριότερες αιτίες της κατακρίσεως. Το μίσος, ο φθόνος και η έλλειψη
αυτογνωσίας.
α) Πρώτη αιτία της κατακρίσεως είναι το μίσος. «Καταλαλιά
ἐστιν ἀποκύημα μίσους». Αν στην καρδιά μας φωλιάζει μίσος κατά του αδελφού μας,
είτε ως θυμός, είτε ως πικρία, είτε ως οξυχολία, είτε ως έξαψη, είτε ως οργή,
και δεν προσπαθούμε να σβήσουμε τη φωτιά που άναψε μέσα μας, η καρδιά μας
ρυπαίνεται από τα πικρόχολα αυτά αισθήματα και βαραίνει. Κι όταν ξεχειλίζει το
ποτήρι, αρχίζουμε να κατακρίνουμε τους άλλους.

γ) Η τρίτη αιτία της κατακρίσεως είναι η έλλειψη
αυτογνωσίας. Δυστυχώς δεν γνωρίζουμε τον εαυτό μας, την ασθένεια της ψυχής μας,
τις αδυναμίες και τα ελαττώματά μας. Βλέπουμε το σκουπιδάκι στο μάτι του
αδελφού μας και δεν βλέπουμε το δοκάρι που βρίσκεται στο δικό μας. Αν είχαμε
αυτογνωσία, θα βλέπαμε τις αμαρτίες μας και θα κλαίγαμε γι’ αυτές! Αλλά εμείς
κάνουμε το ακριβώς αντίθετο. Βρίσκουμε τα ψεγάδια των άλλων και τους
κατακρίνουμε.
Γιατί το παθαίνουμε αυτό; Διότι δεν αφαιρούμε το περικάλυμμα της φιλαυτίας μας, για να δούμε με ακρίβεια τα δικά μας κακά. Παρατηρεί ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος ότι, αν στρέψουμε τον φακό της προσοχής μας στα δικά μας αμαρτήματα, στο εξής περισσότερο απ’ όλα θα φροντίζουμε για τη βαθύτερη μετάνοιά μας. Θα αισθανόμαστε ότι ο σύντομος χρόνος της ζωής μας δεν επαρκεί, για να πενθήσουμε τις αμαρτίες μας, ακόμη κι αν ζήσουμε εκατό και πλέον χρόνια, ακόμη κι αν δούμε ολόκληρο τον Ιορδάνη ποταμό να βγαίνει από τους οφθαλμούς μας ως δάκρυ.
Γιατί το παθαίνουμε αυτό; Διότι δεν αφαιρούμε το περικάλυμμα της φιλαυτίας μας, για να δούμε με ακρίβεια τα δικά μας κακά. Παρατηρεί ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος ότι, αν στρέψουμε τον φακό της προσοχής μας στα δικά μας αμαρτήματα, στο εξής περισσότερο απ’ όλα θα φροντίζουμε για τη βαθύτερη μετάνοιά μας. Θα αισθανόμαστε ότι ο σύντομος χρόνος της ζωής μας δεν επαρκεί, για να πενθήσουμε τις αμαρτίες μας, ακόμη κι αν ζήσουμε εκατό και πλέον χρόνια, ακόμη κι αν δούμε ολόκληρο τον Ιορδάνη ποταμό να βγαίνει από τους οφθαλμούς μας ως δάκρυ.
3. Πώς εκδηλώνεται το
πάθος της κατακρίσεως; Το πάθος της κατακρίσεως εκδηλώνεται με πολλούς
τρόπους. Άλλοι από αυτούς είναι φανεροί και άλλοι κρυφοί. Οι περισσότεροι είναι
κρυφοί, διότι η κατάκριση είναι λεπτή και δυσδιάκριτη ασθένεια! Δύσκολα γίνεται
η διάγνωσή της! Άλλοτε παρουσιάζεται ως αγάπη, άλλοτε ως έπαινος, άλλοτε ως
ενδιαφέρον για τους άλλους, ενώ δεν είναι τίποτε από αυτά.

Αυτοί που κατακρίνουν μιμούνται τη δεύτερη κατηγορία των ανθρώπων. Τα δικά τους σφάλματα, τα οποία μπορεί να είναι και βαρύτερα, τα κρύβουν. Ενώ σφάλματα των αδελφών τους, τα οποία μπορεί να είναι και μηδαμινά, τα φανερώνουν στους άλλους ανθρώπους.
Μια κρυφή εκδήλωση κατακρίσεως είναι όταν εξωτερικεύεται ως
υποκριτική αγάπη. Παρουσιαζόμαστε ότι θέλουμε το καλό του αδελφού μας, ότι
ενδιαφερόμαστε για την πνευματική εξέλιξή του, ότι το καθήκον της αγάπης μάς υπαγορεύει
να επισημάνουμε την αδυναμία του, να του υποδείξουμε το λάθος που κάνει, ενώ
στην πραγματικότητα τα αισθήματά μας είναι τελείως διαφορετικά.
Προσπαθούμε με τέχνη να δικαιώσουμε τον εαυτό μας και να καταδικάσουμε τον αδελφό. Αυτού του είδους η αγάπη δεν είναι αληθινή αγάπη, αλλά υποκριτική.«Άκουσα μερικούς, γράφει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, να καταλαλούν και τους επέπληξα. Και αυτοί για να δικαιολογηθούν μου είπαν ότι το κάνουν από αγάπη.
Κι εγώ τους απάντησα: Αφήστε αυτού του είδους την αγάπη, για να μην διαψευσθεί εκείνος που λέει: ’’Τόν καταλαλοῦντα λάθρᾳ τόν πλησίον αὐτοῦ, τοῦτον ἐξεδίωκον (Ψαλμός ρ-100-5) ’’». Θέλετε να πείτε κάτι στον αδελφό σας; Να το λέτε ενώπιόν του με αισθήματα αληθινής αγάπης. Όχι να τον κατακρίνετε πίσω από την πλάτη του. Ο αδελφός δεν κερδίζεται με την κατάκριση. Κερδίζεται με την αγάπη. Αλλά στην ψυχή του ανθρώπου που κατακρίνει δεν υπάρχει ίχνος αγάπης.
Προσπαθούμε με τέχνη να δικαιώσουμε τον εαυτό μας και να καταδικάσουμε τον αδελφό. Αυτού του είδους η αγάπη δεν είναι αληθινή αγάπη, αλλά υποκριτική.«Άκουσα μερικούς, γράφει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, να καταλαλούν και τους επέπληξα. Και αυτοί για να δικαιολογηθούν μου είπαν ότι το κάνουν από αγάπη.
Κι εγώ τους απάντησα: Αφήστε αυτού του είδους την αγάπη, για να μην διαψευσθεί εκείνος που λέει: ’’Τόν καταλαλοῦντα λάθρᾳ τόν πλησίον αὐτοῦ, τοῦτον ἐξεδίωκον (Ψαλμός ρ-100-5) ’’». Θέλετε να πείτε κάτι στον αδελφό σας; Να το λέτε ενώπιόν του με αισθήματα αληθινής αγάπης. Όχι να τον κατακρίνετε πίσω από την πλάτη του. Ο αδελφός δεν κερδίζεται με την κατάκριση. Κερδίζεται με την αγάπη. Αλλά στην ψυχή του ανθρώπου που κατακρίνει δεν υπάρχει ίχνος αγάπης.
Ακούμε καμιά φορά συνανθρώπους μας να λένε: Τον βλέπω να
αμαρτάνει ασύστολα και δεν θα του πω ότι αυτό που κάνει είναι κακό; Τον βλέπω
να εκτρέπεται και δεν θα προσπαθήσω να τον διορθώσω;
Διόρθωσέ τον, απαντά ο ιερός Χρυσόστομος, δεν σου λέω να μην το κάνεις, αλλά να το κάνεις όχι σαν εχθρός που τον σύρει σε δίκη. Διόρθωσέ το ως γιατρός που παρασκευάζει το κατάλληλο φάρμακο, για να θεραπεύσει τον ασθενή. Η Αγία Γραφή δεν λέει «μή παύσεις τόν ἁμαρτάνοντα», αλλά «μή κατακρίνεις τόν ἁμαρτάνοντα», δηλαδή μη γίνεσαι πικρός δικαστής του. Δεν απαγορεύει τη φιλάγαθη και διορθωτική κρίση, ούτε τον έλεγχο που γίνεται για την ωφέλεια του αδελφού.
Απαγορεύει την κατάκριση που γίνεται με ασπλαχνία και ασυμπάθεια, «ἄνευ γνώσεως, ἄνευ ἀγάπης, ἄνευ ἀνάγκης, ἐπί ὀνειδισμῷ καί ἐξουδενώσει» τοῦ ἀδελφοῦ. Γιατί έτσι θέλουμε να ονειδίσουμε, να εξουδενώσουμε τον αδελφό μας. Άλλη κρυφή εκδήλωση κατακρίσεως είναι όταν συμπλέκεται με τον έπαινο.
Στην αρχή επαινούμε τον αδελφό μας για κάτι ασήμαντο και στη συνέχεια τον κατακρίνουμε για κάτι πολύ σοβαρό κατά τη γνώμη μας. Πίσω από αυτό το είδος της κατακρίσεως κρύβονται δυο ύπουλα πάθη, ο φθόνος και η κενοδοξία. Για να καλύψουμε τον φθόνο μας τον επαινούμε, και για να ικανοποιήσουμε την κενοδοξία μας τον κατακρίνουμε.
Διόρθωσέ τον, απαντά ο ιερός Χρυσόστομος, δεν σου λέω να μην το κάνεις, αλλά να το κάνεις όχι σαν εχθρός που τον σύρει σε δίκη. Διόρθωσέ το ως γιατρός που παρασκευάζει το κατάλληλο φάρμακο, για να θεραπεύσει τον ασθενή. Η Αγία Γραφή δεν λέει «μή παύσεις τόν ἁμαρτάνοντα», αλλά «μή κατακρίνεις τόν ἁμαρτάνοντα», δηλαδή μη γίνεσαι πικρός δικαστής του. Δεν απαγορεύει τη φιλάγαθη και διορθωτική κρίση, ούτε τον έλεγχο που γίνεται για την ωφέλεια του αδελφού.
Απαγορεύει την κατάκριση που γίνεται με ασπλαχνία και ασυμπάθεια, «ἄνευ γνώσεως, ἄνευ ἀγάπης, ἄνευ ἀνάγκης, ἐπί ὀνειδισμῷ καί ἐξουδενώσει» τοῦ ἀδελφοῦ. Γιατί έτσι θέλουμε να ονειδίσουμε, να εξουδενώσουμε τον αδελφό μας. Άλλη κρυφή εκδήλωση κατακρίσεως είναι όταν συμπλέκεται με τον έπαινο.
Στην αρχή επαινούμε τον αδελφό μας για κάτι ασήμαντο και στη συνέχεια τον κατακρίνουμε για κάτι πολύ σοβαρό κατά τη γνώμη μας. Πίσω από αυτό το είδος της κατακρίσεως κρύβονται δυο ύπουλα πάθη, ο φθόνος και η κενοδοξία. Για να καλύψουμε τον φθόνο μας τον επαινούμε, και για να ικανοποιήσουμε την κενοδοξία μας τον κατακρίνουμε.
Άλλοτε λυπούμαστε εξαιτίας του φθόνου για τις επιτυχίες του
αδελφού μας, αλλά για να μην φανεί ότι λυπηθήκαμε τον επαινούμε. Έτσι
κερδίζουμε τη μάχη των εντυπώσεων. Παρουσιαζόμαστε ότι δείχνουμε μεγαλοψυχία
και ανωτερότητα. Ότι έχουμε έναν καλό λόγο να πούμε για τον αδελφό. Αλλά αυτός
ο έπαινος δεν είναι καθαρός έπαινος. Είναι λεπτή μορφή κατακρίσεως.
Άλλοτε διατηρούμε λύπη στην ψυχή μας για κάποια αδικία που
έγινε σε βάρος μας. Τη λύπη αυτή δεν την εξωτερικεύουμε, αλλά την κρατούμε
κρυμμένη στην καρδιά μας. Όταν όμως έλθει η στιγμή να επαινέσουμε τον αδελφό
που μας λύπησε, ασυναίσθητα ανακατεύουμε στους λόγους μας και την κατηγορία.
Πετάμε και κάποιο υπονοούμενο που είναι μειωτικό γι’ αυτόν. Έτσι, χωρίς να το
πολυκαταλαβαίνουμε, νοθεύουμε την αγάπη μας με την κατάκριση.
Τέλος, κρυφή εκδήλωση της κατακρίσεως είναι και η εσωτερική
κατάκριση. Προσέχουμε να μη φύγουν λόγια και εκτεθούμε στους άλλους, αλλά
εσωτερικά τους κατακρίνουμε, λησμονώντας ότι ο Θεός μας βλέπει και μας ακούει,
ακόμη κι όταν δεν εξωτερικεύουμε την κατάκρισή μας.
συνεχίζεται….
(Αβραάμ Κοκάλη, Ο ευκολότερος δρόμος για τον Παράδεισο - Να
μην κατακρίνουμε -, Εκδόσεις Σωτήρ, Αθήνα 2014)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου