Η παιδεία είναι εκ φύσεως λιμάνι-καταφύγιο- για όλους τους ανθρώπους (Μένανδρος)--Το πιο σημαντικό είναι να μη σταματάς ποτέ να ρωτάς. Η περιέργεια έχει το δικό της λόγο ύπαρξης (Άλμπερτ Αϊνστάιν)--Μάθε να αγαπάς αυτούς που δεν πληγώνουν την αγάπη (Γ. Ρίτσος)--Τα εμπόδια δεν με πτοούν: καθένα από αυτά ενδυναμώνει τη θέληση για το ξεπέρασμά του (Λεονάρντο ντα Βίντσι)--Η πεμπτουσία της γνώσης είναι όταν την έχεις να την εφαρμόζεις κι όταν δεν την έχεις να ομολογείς την άγνοιά σου (Κομφούκιος) --Όλοι σκέπτονται να αλλάξουν τον κόσμο και κανείς τον εαυτό του (Λέων Τολστόι) --Ό, τι επαναλαμβάνουμε μας καθορίζει (Αριστοτέλης) --Δεν αγαπούν αυτοί που δεν δείχνουν την αγάπη τους (Σαίξπηρ) --Η αρετή είναι μια κατάσταση πολέμου και για να ζήσουμε μ' αυτήν πρέπει να πολεμάμε με τον εαυτό μας (Ζαν Ζακ Ρουσσώ) --Ό,τι είναι η γλυπτική για ένα κομμάτι μάρμαρο, είναι και η μόρφωση για την ψυχή (Τζότζεφ Άντισον) --Ο μέτριος δάσκαλος λέει. Ο καλός δάσκαλος εξηγεί. Ο ανώτερος δάσκαλος επιδεικνύει. Ο μεγάλος δάσκαλος εμπνέει (Γουίλιαμ Άρθουρ Γουόρντ)--Ο αληθινά σοφός δάσκαλος δεν σε προσκαλεί στον οίκο της σοφίας του, αλλά σε οδηγεί στο κατώφλι του δικού σου πνεύματος (Χαλίλ Γκιμπράν)



Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2015

Η Εκκλησία θριαμβεύει (μέρος 2ο-τελευταίο)


Διαπιστώνεις την αλήθεια αυτής της προφητείας; Βλέπεις την εκπλήρωσή της; Σκέψου πόσο σημαντικό γεγονός είναι η εξάπλωση της Εκκλησίας σχεδόν σ’ όλη τη γη μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Σκέψου πώς άλλαξε τη ζωή τόσων εθνών και οδήγησε στην πίστη τόσους λαούς, πώς κατάργησε προγονικά έθιμα, πώς απελευθέρωσε από μακροχρόνιες συνήθειες, πώς σκόρπισε σαν σκόνη την κυριαρχία της ηδονής και τη δύναμη της αμαρτίας, πώς εξαφάνισε σαν καπνό την ακάθαρτη τσίκνα των θυσιών, τις ειδωλολατρικές τελετές, τις βδελυκτές εορτές, τα ξόανα, τους βωμούς και τους ναούς, πώς οικοδόμησε παντού άγια θυσιαστήρια, στην πατρίδα μας και στις χώρες των Περσών, των Σκυθών, των Μαύρων, των Ινδών. 
Τί λέω; Ακόμα και στα Βρετανικά νησιά, που βρίσκονται μακριά από τη Μεσόγειο, στον ωκεανό, απλώθηκε η Εκκλησία και χτίστηκαν θυσιαστήρια. Το έργο της απελευθερώσεως τόσων λαών από μακροχρόνιες αισχρές συνήθειες, καθώς και η με­ταβολή του τρόπου της ζωής από τον εύκολο στον πολύ δύσκολο, είναι πράγματι θαυμαστό, μάλλον υπερθαύμαστο.
Αποδεικνύει θεία ενέργεια, ακόμα κι αν κανείς δεν το είχε εμποδίσει, ακόμα κι αν επικρατούσε ειρήνη και πολλοί το είχαν βοηθήσει. Γιατί η εξάπλωση της Εκκλησίας δεν ερχόταν σε σύ­γκρουση μόνο με την αρχαία συνήθεια, αλλά και με την ηδονή, τον ευχάριστο τρόπο ζωής. 
Είχε δηλα­δή δυο ισχυρούς αντιπάλους, που τυραννούσαν τους ανθρώπους: τη συνήθεια και την ηδονή. Όσα είχαν παραλάβει, πολλούς αιώνες πριν, α­πό τους πατέρες, τους παππούδες και τους αρχαι­ότερους προγόνους, ακόμα κι όσα είχαν παραλά­βει από φιλοσόφους και ρήτορες, όλ' αυτά συμ­φώνησαν να τα περιφρονήσουν, πράγμα εξαιρετι­κά δύσκολο.
Έπρεπε ακόμα να δεχθούν έναν νέο τρόπο ζωής, και μάλιστα πολύ δυσκολότερο. Γιατί απομάκρυνε από την τρυφή και οδηγούσε στη νη­στεία. Απομάκρυνε από τη φιλαργυρία και οδη­γούσε στην ακτημοσύνη. Απομάκρυνε από την ασέλγεια και οδηγούσε στην αγνεία. Απομάκρυνε από το θυμό και οδηγούσε στην πραότητα.
Απο­μάκρυνε από το φθόνο και οδηγούσε στη φιλία. Απομάκρυνε από την άνετη κι ευχάριστη ζωή και οδηγούσε στη δύσκολη, τη σκληρή, τη γεμάτη θλί­ψεις. Και μάλιστα οδηγούσε σ' αυτήν εκείνους, που είχαν συνηθίσει στη ζωή των ανέσεων. Γιατί δεν έ­γιναν, βέβαια, χριστιανοί, άνθρωποι που ζούσαν σ' άλλους κόσμους και δεν είχαν αμαρτωλές συνήθει­ες, αλλά έγιναν εκείνοι που είχαν σαπίσει μέσα σ' αυτές και είχαν γίνει πιο μαλακοί κι από τον πηλό. Αυτούς κάλεσε να βαδίσουν τον σκληρό και τραχύ δρόμο. Και τους έπεισε να τον βαδίσουν!
Πόσους έπεισε; Όχι μόνο δύο ή δέκα ή είκοσι ή εκατό, αλλ' αμέτρητους. Και με ποιούς τους έπεισε; Με δώδεκα ανθρώπους αμόρφωτους, ακαλλιέρ­γητους, άσημους, φτωχούς, χωρίς περιουσία, χω­ρίς σωματική δύναμη, χωρίς δόξα, χωρίς λαμπρή καταγωγή, χωρίς ρητορική ικανότητα. Με δώδεκα ανθρώπους που ήταν ψαράδες, σκηνοποιοί, αλλό­γλωσσοι.
Γιατί ούτε καν την ίδια γλώσσα δεν είχαν με τους ειδωλολάτρες. Μιλούσαν την εβραϊκή, που ήταν πολύ διαφορετική απ' όλες τις άλλες γλώσ­σες. Μ' αυτούς λοιπόν τους δώδεκα οικοδομήθηκε η Εκκλησία και απλώθηκε στα πέρατα της οικου­μένης.
Και δεν είναι μόνο τούτο το θαυμαστό, αλλά και το ότι αυτοί οι λίγοι, οι φτωχοί, οι αμόρφωτοι και περιφρονημένοι, που βάλθηκαν ν' αλλάξουν την ανθρωπότητα, δεν έκαναν ανενόχλητοι το έργο τους. Από παντού αντιμετώπιζαν αναρίθμητους πολέμους. Τους πολεμούσαν σε κάθε έθνος και σε κάθε πόλη. Αλλά τί λέω για έθνη και πόλεις; Σε κάθε σπίτι ξεσηκωνόταν πόλεμος εναντίον τους. Η διδασκαλία τους χώριζε πολλές φορές το παιδί από τον πατέρα, τη νύφη από την πεθερά, τον ένα αδελφό από τον άλλο, το δούλο από τον αφέ­ντη, τον υπήκοο από τον άρχοντα, τον άνδρα από τη γυναίκα και τη γυναίκα από τον άνδρα. 
Στην κάθε οικογένεια δεν πίστευαν όλοι ταυτόχρονα, κι έτσι οι χριστιανοί υπέμεναν καθημερινές διαμάχες, ακατάπαυστες εχθρότητες, μύριους θανάτους. Σαν κοινούς αντιπάλους και εχθρούς όλοι τους πολεμούσαν. Τους καταδίωκαν οι βασιλιάδες, οι άρχοντες, οι υπήκοοι, οι ελεύθεροι, οι δούλοι, οι όχλοι, οι πόλεις. Και δεν καταδίωκαν μόνο τους ίδι­ους, αλλά - πράγμα φοβερό - καταδίωκαν ακόμα και τους νεόφυτους κατηχούμενους, εκείνους δη­λαδή που μόλις είχαν πιστέψει.
Προξενούσε φρίκη και οργή στους ειδωλολάτρες η σκέψη να εγκαταλείψουν τους βωμούς, να περι­φρονήσουν τις θυσίες, που όλοι οι πατέρες και οι πρόγονοί τους τελούσαν, και να πιστέψουν στον Κύριο. Να πιστέψουν σ' Αυτόν που έλαβε ανθρώ­πινη σάρκα από την Παρθένο Μαρία, που δικά­στηκε από τον Πιλάτο, που έπαθε αναρίθμητα δει­νά κι εξευτελισμούς, που υπέμεινε τον ατιμωτικό θάνατο, που ενταφιάστηκε και αναστήθηκε.
Το παράδοξο μάλιστα είναι, ότι, ενώ τα πάθη του Κυρίου ήταν αναμφισβήτητα -πολλοί είχαν δει τις μαστιγώσεις, τα χτυπήματα, τα φτυσίματα, τα ραπίσματα, το σταυρό, τους χλευασμούς, τον τά­φο-, δεν συνέβαινε το ίδιο και με την ανάσταση. Ο Κύριος, μετά από την ανάστασή Του, εμφανίστηκε μόνο σε μαθητές.
Παρά το γεγονός αυτό, μιλούσαν για την ανάσταση και έπειθαν τους λαούς και οικο­δομούσαν την Εκκλησία. Πώς; Με ποιόν τρόπο; Με τη δύναμη του Κυρίου, που τους έστειλε να κηρύ­ξουν το ευαγγέλιό Του στα έθνη. Αυτός ήταν που τους άνοιξε το δρόμο. Αυτός διευκόλυνε το δύσκο­λο έργο τους. Αν δεν τους βοηθούσε η θεία δύναμη, ούτε καν θ' άρχιζε η διάδοση του χριστιανισμού.
Γιατί ενώ οι τύραννοι οπλίζονταν εναντίον της Εκκλησίας, ενώ οι στρατιώτες πρότειναν τα όπλα τους, ενώ οι όχλοι μαίνονταν σαν αγριεμένη φωτιά, ενώ η κακή συνήθεια αντιπαρατασσόταν, ενώ ρή­τορες, σοφιστές, πλούσιοι, ιδιώτες και άρχοντες ξεσηκώνονταν, ο λόγος του Θεού, πιο ισχυρός κι από φλόγα, έκανε στάχτη τ' αγκάθια, καθάρισε τους αγρούς κι έσπειρε το λόγο του κηρύγματος.
Άλλοι από τους πιστούς ρίχνονταν στις φυλακές, άλλοι εξορίζονταν, άλλων οι περιουσίες δημεύο­νταν, άλλοι φονεύονταν, άλλοι διαμελίζονταν. Και μολονότι οι χριστιανοί αντιμετωπίζονταν σαν κοι­νοί εγκληματίες, υπομένοντας κάθε είδος τιμωρίας, ατιμώσεως και διωγμού, όλο και περισσότεροι έρ­χονταν στην Εκκλησία. 
Μάλιστα, όχι μόνο δεν αποθαρρύνονταν οι νέοι πιστοί από τα βασανι­στήρια που έβλεπαν να υπομένουν οι παλαιότε­ροι, αλλά γίνονταν προθυμότεροι! Μόνοι τους έ­τρεχαν, αβίαστα, ευγνωμονώντας τους βασανιστές τους. Γίνονταν θερμότεροι στην πίστη, βλέποντας τους χειμάρρους των αιμάτων των πιστών.
Είδες την ασύγκριτη δύναμη Εκείνου που έκανε όλ' αυτά τα θαύματα; Πώς είναι δυνατό να μη λυπάται κανείς, υποφέροντας τέτοια φρικτά μαρτύρια; Όμως αυτοί χαίρονταν, σκιρτούσαν! Αυτό ομολογεί, σαν παράδειγμα, ο άγιος ευαγγελιστής Λουκάς, πως έγινε και με τους αποστόλους, τότε που «έφυγαν από το συνέδριο χαρούμενοι, γιατί αξιώθηκαν να κακοποιηθούν για χάρη του Χρι­στού» (Πράξ. 5:41).
Κι ενώ ούτ' ένα τοίχο δεν μπορεί να χτίσει κανείς με πέτρες και ασβέστη όταν καταδιώκεται, οι από­στολοι έχτιζαν την Εκκλησία σ' όλη την οικουμένη υποφέροντας διωγμούς, φυλακίσεις, εξορίες και μαρτυρικούς θανάτους. Και δεν την έχτιζαν με πέ­τρες, αλλά με ψυχές, πράγμα πολύ δυσκολότερο. Γιατί δεν είναι το ίδιο να χτίζεις ένα τοίχο με το να πείθεις διεφθαρμένες ψυχές ν' αλλάζουν τρόπο ζωής, να εγκαταλείπουν τη δαιμονική μανία τους και ν' ακολουθούν τη ζωή της αρετής.
Το κατόρθωσαν όμως αυτό, γιατί είχαν μαζί τους την ακαταμάχητη δύναμη του Κυρίου, που είχε προφητέψει: «Θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου, και δεν θα την κατανικήσουν οι δυνάμεις του άδη»(Ματθ. 16:18).
Συλλογίσου πόσοι τύραννοι πολέμησαν την Εκ­κλησία και πόσους φοβερούς διωγμούς ξεσήκω­σαν εναντίον της... Ο Αύγουστος, ο Τιβέριος, ο Γάιος, ο Νέρων, ο Βεσπασιανός, ο Τίτος και οι διάδοχοί τους μέχρι τον Μέγα Κωνσταντίνο, ήταν όλοι ειδωλολάτρες. 
Και όλοι -άλλος ηπιότερα, άλλος σκληρότερα- πολεμούσαν την Εκκλησία. Την πο­λεμούσαν όλοι. Κι αν μερικοί δεν ξεσήκωναν οι ίδιοι διωγμούς, όμως η προσήλωσή τους στην ειδωλολατρία υποκινούσε στον αγώνα εναντίον της Εκ­κλησίας όσους ήθελαν να τους κολακέψουν. Παρ' όλα αυτά, τα κακόβουλα σχέδια και οι επι­θέσεις των ειδωλολατρών διαλύθηκαν σαν ιστοί αράχνης, σκορπίστηκαν σαν σκόνη, εξαφανίστη­καν σαν καπνός. 
Άλλα και όσα σχεδίαζαν ενα­ντίον της Εκκλησίας, έγιναν αφορμή να προκύψει μεγάλη ωφέλεια στους χριστιανούς. Γιατί δημιούρ­γησαν τις χορείες των μαρτύρων, που αποτελούν το θησαυρό, τους στύλους, τους πύργους της Εκ­κλησίας. Βλέπεις λοιπόν τη θαυμαστή εκπλήρωση της προφητείας; Πραγματικά, «οι δυνάμεις του άδη δεν θα την κατανικήσουν». 
Από τα παρελθόντα όμως, πίστευε και για τα μέλλοντα. Και στο μέλλον κανείς δεν θα μπορέσει να νικήσει την Εκκλησία. Γιατί αν δεν κατόρθωσαν να τη συντρίψουν όταν αριθμούσε λίγα μέλη, όταν η διδασκαλία της φαινόταν καινούργια και παράξενη, όταν τόσοι φοβεροί πό­λεμοι και τόσοι πολλοί διωγμοί από παντού ξεση­κώνονταν εναντίον της, πολύ περισσότερο δεν θα μπορέσουν να τη βλάψουν τώρα, που κυριάρχησε σ' όλη την οικουμένη, που κυρίεψε όλα τα έθνη και που εξαφάνισε τους βωμούς και τα είδωλα, τις γιορτές και τις τελετές, τον καπνό και την τσίκνα των αισχρών θυσιών.
Πώς πέτυχαν οι απόστολοι ένα τόσο μεγάλο, ένα τόσο σπουδαίο κατόρθωμα, έπειτα από τόσα εμπόδια; Ασφαλώς με τη θεϊκή και ακαταμάχητη δύναμη Εκείνου, που προφήτεψε τη δημιουργία και το θρίαμβο της Εκκλησίας. Αυτό κανείς δεν μπορεί να το αρνηθεί, εκτός κι αν είναι ανόητος και εντε­λώς ανίκανος να σκέφτεται.

(Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου,  Ο θρίαμβος της εκκλησίας, Ιερά μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, 2014)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts with Thumbnails